Αγοραπωλησία ακινήτου
Στην πραγματικότητα, η διαδικασία της αγοραπωλησίας ακινήτου είναι μια συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή. Κατά τη διάρκεια αυτής της συμφωνίας, ο πωλητής μεταβιβάζει τον τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου στον αγοραστή, αποκηρύσσοντας κάθε δικαίωμα που ενδέχεται να έχει σε αυτό, ενώ ο αγοραστής αποκτά την κυριότητα, το νομικό καθεστώς και την κατοχή του ακινήτου, καταβάλλοντας το συμφωνημένο τίμημα στον πωλητή.
Παρόλα αυτά, η διαδικασία αγοραπωλησίας ακινήτου περνά από πολλά στάδια πριν ολοκληρωθεί, τα οποία απαιτούν προσεκτική προετοιμασία και ανάλυση. Αρχικά, η διαδικασία ξεκινά με τον έλεγχο των τίτλων ιδιοκτησίας από τον δικηγόρο του αγοραστή, όταν ο αγοραστής εκφράζει ενδιαφέρον για την αγορά. Αυτός ο έλεγχος περιλαμβάνει την εξέταση όλων των εγγράφων στο υποθηκοφυλάκειο και του ηλεκτρονικού καταγραφικού συστήματος του κτηματολογίου, με σκοπό να διαπιστωθεί ότι το ακίνητο είναι απαλλαγμένο από οποιαδήποτε επιβαρύνση ή δικαιώματα τρίτων. Ο έλεγχος αυτός εκτελείται για μια περίοδο που ανέρχεται συνήθως σε τριάντα χρόνια, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ιδιοκτησία του ακινήτου ανήκει πράγματι στον πωλητή.
Μετά από προσεκτικό έλεγχο των τίτλων της ιδιοκτησίας του ακινήτου, συνήθως ακολουθεί το στάδιο της προκαταβολής, όπου ο αγοραστής προσφέρει ένα ποσό στον πωλητή ως ένδειξη του πραγματικού του ενδιαφέροντος για το ακίνητο. Η προκαταβολή μπορεί να πραγματοποιηθεί με δύο τρόπους, είτε μέσω ιδιωτικής συμφωνίας, είτε μέσω συμβολαιογραφικού προσυμφώνου. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος για την προκαταβολή προς τον πωλητή είναι με τη σύνταξη ενός ιδιωτικού συμφωνητικού από τους δικηγόρους των μερών. Σε αυτό το συμφωνητικό καθορίζονται η αναλογία πληρωμής του συνολικού ποσού της αγοράς, το ποσό της προκαταβολής και ο τρόπος πληρωμής αυτής στον πωλητή. Επίσης, περιλαμβάνει τη χρονική προθεσμία, εντός της οποίας πρέπει να ολοκληρωθεί η συμφωνία, και περιλαμβάνει ρήτρες προστασίας για τα μέρη, προκειμένου να αποτραπούν αναστολές.
Εκτός από το ιδιωτικό συμφωνητικό, υπάρχει και η πρακτική του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, αλλά αυτή είναι λιγότερο συνηθισμένη. Το συμβολαιογραφικό προσύμφωνο είναι ένα νομικό έγγραφο που έχει ισχύ ως συμβόλαιο και θεωρείται πιο ασφαλής μέθοδος. Και στο συμβολαιογραφικό προσύμφωνο, όπως και στο ιδιωτικό συμφωνητικό, καταγράφονται τα σημαντικά στοιχεία της συναλλαγής, όπως η τελική τιμή αγοράς του ακινήτου, οι ημερομηνίες των συμβολαίων, το ποσό της προκαταβολής και ο τρόπος πληρωμής της προκαταβολής. Επιπλέον, το συμβολαιογραφικό προσύμφωνο παρέχει τη δυνατότητα στον αγοραστή να προχωρήσει σε αυτομεταβίβαση, εάν υπάρχει κατάλληλη ρήτρα, ή να απαιτήσει την υπογραφή του πωλητή σε δήλωση βούλησης. Μετά τον έλεγχο των τίτλων του ακινήτου, συντάσσεται το ιδιωτικό συμφωνητικό ή το συμβολαιογραφικό προσύμφωνο και ακολουθεί η συλλογή των αναγκαίων εγγράφων και η υποβολή τους στον συμβολαιογράφο.Το ποσοστό του φόρου μεταβίβασης για ακίνητα ανέρχεται στο 3% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι υπάρχει η δυνατότητα απαλλαγής από τον φόρο μεταβίβασης, ειδικά όταν πρόκειται για την αγορά του πρώτου κατοικίας, εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον νόμο.
Μετά την καταβολή του φόρου μεταβίβασης, το επόμενο βήμα είναι η σύνταξη του συμβολαίου. Ο συμβολαιογράφος εκπονεί ένα προσχέδιο του τελικού συμβολαίου, το οποίο αναθεωρούν οι δικηγόροι των συμβαλλομένων μερών. Ο δικηγόρος για ακίνητα της επιλογής σας, θα αναλύσει την υπόθεση σας.
Στην ημέρα υπογραφής του συμβολαίου, ο δικηγόρος του αγοραστή ελέγχει τίτλους ιδιοκτησίας στο αρμόδιο υποθηκοφυλακείο/κτηματολόγιο, για να διαπιστώσει ότι δεν υπάρχουν εκκρεμότητες ή δικαιώματα τρίτων στο ακίνητο. Η υπογραφή του οριστικού συμβολαίου πραγματοποιείται σε παρουσία του συμβολαιογράφου και των δικηγόρων των συμβαλλομένων μερών.
Ο δικηγόρος ακινήτων χρεώνει τον αγοραστή για τη σύνταξη του συμβολαίου, το οποίο υπολογίζεται ως ποσοστό της συνολικής αξίας της συναλλαγής. Η παρουσία ενός δικηγόρου ακινήτων εξασφαλίζει την ομαλή και ασφαλή εκτέλεση της διαδικασίας.